κάποιος, ενήλικας πολύ,
με σώμα διαλυμένο από φανταστικές και μη πληγές,
με μπόλικο χρήμα πια και χρόνο άπειρο,
με το μυαλό σαν σε pole dance ηδονικά να στροβιλίζεται
γύρω από την οσονούπω συντελούμενη ερωτική μυσταγωγία,
το μπλε στέισον βάγκον καβαλά προσφεύγοντας στο Veneto.
εκεί, γυναίκα όμορφη μα λαϊκιά
τον ερχομό του πρώτη φορά αναμένει.
αυτός από τ’ αμάξι του δεν αφαιρεί τα insignia
ποντάροντας στον αφελή επαρχιωτισμό της νέας.
ερωτευμένη αυτή, μα τα πράσινα μάτια της
στα υλικά αγαθά προσπίπτουν με αποκλειστικότητα.
τούτος, μη βασκαθεί η τύχη του και η νεότητα που του προέκυψε!
και στην επαρχιώτισσα φρικτές ελπίδες καταθέτει:
ω ναι, οδεύει προς την έξοδο οσονούπω εκείνη η αντίζηλος,
μέρα με τη μέρα, χρόνια τρία τώρα στο θάνατο χωρεί.
πονάμε όλοι, παραστεκόμαστε και η αναμονή εφιάλτης.
θα πάμε Cilia παντού όταν θα έρθει η ώρα, δεν θα σου λείψει τίποτα.
είσαι ό,τι έχω και είμαι ο άντρας σου εγώ.
τα insignia κάναν όλη τη δουλειά, τα άλλα είναι λόγια,
την ίδια ώρα που η αντίζηλος κι η κολλητή της πίνουν τον απογευματινό καφέ,
σχολιάζοντας τα του δικηγορικού γραφείου καθημερινά.

19 αυγούστου 2015

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.