-στης ζωής μου την ακμή θα πεθάνω,
αχ θεέ μου τί άδικο κρίμα
τέτοια νέα να έμπω στο μνήμα
με του γάμου την άσπρη στολή!

χάρε, χάρε, δεν θέλω να πεθάνω,
τη μανούλα μου να μην την πικράνω,
θέλω χάρε ακόμα να ζήσω,
της ζωής τη χαρά πώς ν´αφήσω;

-έλα κόρη μαζί μου με θάρρος,
τόσο κακός δεν είναι ο χάρος.
μή με βλέπεις και δάκρυα χύνεις,
μή λυπάσαι τον κόσμο π´αφήνεις.

-δεν λυπούμαι τον κόσμο π´αφήνω,
μόν´ λυπάμαι τη λύπη π´αφήνω.
εγώ στέλνω τη λύπη στο σπίτι,
εγώ σβήνω τη φλόγα απ´τα στήθη.

-έλα, έλα, η ψυχή σου σ´αφήνει.
μή λυπάσαι, στη γη δε θα μείνει.
εδώ λύπες υπάρχουν και πόνοι,
εκεί φεύγουν μ´αγάπη οι χρόνοι.

-άφησέ με να τρέξω ακόμα
εις τα δάση όπου έτρεχα πρώτα,
να χαρώ τα λουλούδια, τα χόρτα,
να πατήσω του κάμπου το χώμα.

σαν κλωνάρι μυρτιάς μαραμένο,
το κορμί μου χειμώνας το δέρνει,
το ποτάμι του χάρου με παίρνει
στα θολά του και μαύρα νερά.

διηγήθηκε η Μαριάνθη Αθ. Παπάζογλου (31.05.1979)

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.